Translation glossary: Corfu Dialect Glossary (Κερκυραϊκό Ιδίωμα)

Creator:
Filter
Reset
Showing entries 1-50 of 218
Next »
 
EυκέλιοΕυχέλεον 
Greek
ΚάρλακαςΒάτραχος 
Greek
ΚάδροΤετράγωνο πλέσιο φωτογραφίας 
Greek
ΚάζοΣυμβάν 
Greek
ΚάθαροςΕργασία αποψύλωσης εδάφους 
Greek
ΚάκαΠεριπτώματα 
Greek
Κάμε κόντοΥπολόγισε 
Greek
ΚαέναςΚανένας 
Greek
ΚαδίναΑλυσίδα ( και Χρυσό κόσμημα) 
Greek
Καλού - ΚακούΓια κάθε ενδεχόμενο 
Greek
ΚαμπούλαΟμίχλη 
Greek
ΚαναλέτοΑποχετευτικός αγωγός 
Greek
ΚανιζέλαΦωταγωγός 
Greek
ΚαψίωνωΖεστένομαι υπερβολικά 
Greek
ΚαποντεφιόριΚουνουπίδι 
Greek
ΚογιονάρωΕμπαίζω κάποιον 
Greek
ΚοντροστάρωΑμφισβητώ, Εναντιώνομαι 
Greek
ΚοντάρωΔιηγούμαι 
Greek
ΚουμάντοΔιοίκηση, Πρωτοβουλία 
Greek
ΚουμέσοςΕντολοδόχος 
Greek
ΟύλτιμοΈσχατο σημείο, τελευταία στιγμή 
Greek
ΟγρόςΜουσκεμένος 
Greek
ΟχτωβρίνιΧρυσάνθεμο 
Greek
ΟυμπίαΠρόληψη 
Greek
ΞαφόρμισηΔικαιολογία 
Greek
ΎστεροΤελευταίο 
Greek
ΞεροσφύριΚρασί χωρίς μεζέ 
Greek
ΞεβδέλωμαΞεχαρβλαλωμα 
Greek
ΞεματώνωΑιμάτωνω 
Greek
ΞεποχτίζωΧάνω ότι είχα αποκτήσει 
Greek
ΞυλοπάντουροΞύλινος μεσότοιχος 
Greek
ΝιάκαΟύτε 
Greek
ΝιοράντεςΦιγουρατζής, επιδεικτικός 
Greek
ΝόνναΓιαγιά 
Greek
ΝόντολοςΝεωκόρος 
Greek
ΝτρυμώνωΚρύβω 
Greek
ΝταλαβέριΣυναλλαγή 
Greek
ΝτεφετάδοςΑσθενικός, ελλατωματικός 
Greek
ΝτυμασιάΕνδυμασία 
Greek
ΠρεμούραΒιασύνη, Εξαναγκασμός 
Greek
ΠρεσαπόκοΠερίπου 
Greek
ΠάτιΕγγύηση 
Greek
ΠίρολαΧάπι κυρίως δηλητηριώδες 
Greek
ΠαράφορμοςΙδιότροπος, Γκρινιάρης 
Greek
ΠασέγκιοΠερίπατος, Άσκοπο περπάτημα 
Greek
ΠαστρόκιοΔόλιο ανακάτεμα, κόλπο 
Greek
ΠατσάδιΚατάξερο 
Greek
ΠατσίμιοΠειραχτήρι, Άταχτο αγόρι 
Greek
ΠαπανόςΠράος, Ταπεινός, Σιγομίλητος 
Greek
ΠιαζέβελοςΕύχρηστος 
Greek
Next »
All of ProZ.com
  • All of ProZ.com
  • Term search
  • Jobs
  • Forums
  • Multiple search